
Ανάμεσα στα πανύψηλα δέντρα και τα αρχοντικά της Κηφισιάς, στη νότια είσοδο του προαστίου, στέκεται αγέρωχη μια από τις πιο εντυπωσιακές επαύλεις της Αττικής: η Βίλα Καζούλη.
Ένα κτίριο-σύμβολο που ενώνει την αρχιτεκτονική μαεστρία, τις δραματικές μνήμες του 20ού αιώνα και τις φήμες για… παραφυσικά φαινόμενα.

Από θερινή κατοικία σε ένα αρχιτεκτονικό φιλοτέχνημα
Η Βίλα Καζούλη, ένα από τα πιο εντυπωσιακά και πολυσυζητημένα νεοκλασικά κτίρια της Αττικής, δεσπόζει στην είσοδο της Κηφισιάς, μέσα σε έναν καταπράσινο χώρο 47 στρεμμάτων και αναπτύσσεται σε τέσσερα επίπεδα, δύο υπόγεια, ισόγειο και δώμα. Με αρχιτεκτονική που συνδυάζει στοιχεία νεοκλασικισμού και ιταλικής Αναγέννησης, η έπαυλη αποτελεί διαχρονικό σημείο αναφοράς, τόσο για την αισθητική της όσο και για τις ιστορίες – πραγματικές και φανταστικές – που τη συνοδεύουν.
Χτίστηκε στα τέλη του 19ού αιώνα από τον Νικόλαο Καζούλη, έναν εύπορο Αιγυπτιώτη επιχειρηματία από την Αλεξάνδρεια, ως θερινή κατοικία, ενώ μετά τον θάνατό του περιήλθε στην κόρη και τον αρχιτέκτονα γαμπρό του Παναγιώτη Αριστόφρων.

Το κτίριο ξεχωρίζει για τον ιδιαίτερο τρούλο του, τις διπλές μαρμάρινες σκάλες και τα εντυπωσιακά γλυπτά που το διακοσμούν. Η πρόσοψή του διαθέτει έντονο αναγεννησιακό χαρακτήρα, με νεοκλασικούς κίονες και επιβλητική συμμετρία. Ο διάσημος γλύπτης Δημήτριος Φιλιππότης φιλοτέχνησε τα μαρμάρινα λιοντάρια που φρουρούσαν την κεντρική είσοδο.

Αυτά τα γλυπτά αποτέλεσαν αργότερα αντικείμενο ενός… αστικού μύθου, όταν εξαφανίστηκαν και ξαναεμφανίστηκαν – γεγονός που τελικά αποδείχθηκε απλώς μέρος μιας συντήρησης από το ΙΚΑ, το οποίο διαχειριζόταν τότε την έπαυλη.
Χώρος φιλοξενίας σπουδαίων προσωπικοτήτων
Η Βίλα Καζούλη υπήρξε χώρος φιλοξενίας σπουδαίων προσωπικοτήτων – μεταξύ αυτών και του βασιλιά Γεώργιου Α’. Το 1970 αποτέλεσε τοποθεσία γυρισμάτων για την ιστορική ταινία της Φίνος Φιλμ “Υπολοχαγός Νατάσα”, με την Αλίκη Βουγιουκλάκη και τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ, στην τελευταία τους κοινή εμφάνιση στη μεγάλη οθόνη.

Η βαριά σκιά της Κατοχής

Στη διάρκεια της γερμανικής Κατοχής, το κτίριο επιτάχθηκε από τους Ναζί και χρησιμοποιήθηκε ως φρουραρχείο των SS. Εκεί φυλακίστηκαν και βασανίστηκαν Έλληνες αντιστασιακοί: τουλάχιστον 12 πατριώτες εκτελέστηκαν και ετάφησαν στην αυλή της βίλας. Αυτές οι μαύρες σελίδες της ιστορίας γέννησαν και πλήθυναν τους αστικούς μύθους περί φαντασμάτων. Η φήμη ότι η βίλα είναι χτισμένη πάνω σε παλιό τούρκικο νεκροταφείο και οι σκοτεινοί διάδρομοι του εσωτερικού της ενίσχυσαν την αίσθηση “στοιχειώματος”, με τις πιο τολμηρές φήμες να μιλούν για σκιές που περιφέρονται τη νύχτα.
Μετά την απελευθέρωση, η βίλα πέρασε στα χέρια του ΕΛΑΣ και το 1949 μετατράπηκε σε νοσοκομείο. Τη δεκαετία του ’50 φιλοξένησε σεισμοπαθείς από τους καταστροφικούς σεισμούς του Ιονίου. Το 1964 αγοράστηκε από το ΙΚΑ, χωρίς όμως να αξιοποιηθεί, και για δεκαετίες παρέμεινε κλειστή και εγκαταλελειμμένη.

Αναγέννηση και νέα ζωή
Η ιστορική της σημασία αναγνωρίστηκε επίσημα το 1976, όταν χαρακτηρίστηκε ως διατηρητέο μνημείο. Ακολούθησε ο χαρακτηρισμός του περιβάλλοντος χώρου ως τόπος ιδιαίτερου φυσικού κάλλους. Το 1995, η βίλα αγοράστηκε από το Υπουργείο Περιβάλλοντος (μέσω του Ε.Τ.Ε.Ρ.Π.Σ.) και ξεκίνησε η αποκατάσταση της. Η ανακαίνιση ολοκληρώθηκε το 1999 και την ίδια χρονιά φιλοξενήθηκε η πρώτη εκδήλωση με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Περιβάλλοντος.
Από το 2010 έως και σήμερα, η Βίλα στεγάζει το Πράσινο Ταμείο, αποτελώντας έναν σύγχρονο χώρο διοίκησης και οικολογικής ευαισθητοποίησης.
Αρχιτεκτονικό μεγαλείο
Η Βίλα Καζούλη αναπτύσσεται σε 2.250+ τ.μ., σε σχήμα Γ, με διώροφο κυκλικό αίθριο στο εσωτερικό και χαρακτηριστική συμμετρία στις δύο πτέρυγες. Η είσοδος με τις έξι τοσκανικού ρυθμού κολόνες και τις δίδυμες μαρμάρινες σκάλες εντυπωσιάζει, ενώ τα δύο μαρμάρινα λιοντάρια του Δημήτρη Φιλιππότη στην είσοδο στέκουν ως άγρυπνοι φύλακες της μνήμης και της αισθητικής.

Ο τρούλος με τον λωτό στην κορυφή, οι τοιχογραφίες, τα οροφογραφημένα ταβάνια, τα μάρμαρα και τα ξύλινα πατώματα μαρτυρούν την αίγλη μιας άλλης εποχής.

Δεν είναι τυχαίο που ο κινηματογράφος την επέλεξε: στη «θρυλική» ταινία Υπολοχαγός Νατάσσα (1970), η έπαυλη αποτέλεσε το αρχηγείο των αντιστασιακών, με την τραγική σκηνή της αυτοκτονίας του Μαξ να διαδραματίζεται μπροστά στα μαρμάρινα λιοντάρια.
Η Βίλα Καζούλη δεν είναι απλώς ένα επιβλητικό κτίσμα. Είναι μνήμη, πολιτισμός, αρχιτεκτονική μαγεία. Ένα διαχρονικό σύμβολο που ζει και μεταμορφώνεται, κρατώντας μέσα της τις αντιθέσεις της ελληνικής ιστορίας: από την ελπίδα της Belle Époque στην αγριότητα της Κατοχής, και από την εγκατάλειψη στην αναγέννηση.